Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "precious" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πολύτιμη" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Precious

[Πολύτιμος]
/prɛʃəs/

adjective

1. Characterized by feeling or showing fond affection for

  • "A cherished friend"
  • "Children are precious"
  • "A treasured heirloom"
  • "So good to feel wanted"
    synonym:
  • cherished
  • ,
  • precious
  • ,
  • treasured
  • ,
  • wanted

1. Χαρακτηρίζεται από το συναίσθημα ή την εκδήλωση αγάπης για

  • "Ένας αγαπημένος φίλος"
  • "Τα παιδιά είναι πολύτιμα"
  • "Ένα πολύτιμο κειμήλιο"
  • "Είναι τόσο καλό να νιώθεις επιθυμητός"
    συνώνυμο:
  • λατρευτόσ
  • ,
  • πολύτιμος
  • ,
  • πολύτιμη
  • ,
  • ήθελε

2. Of high worth or cost

  • "Diamonds, sapphires, rubies, and emeralds are precious stones"
    synonym:
  • precious

2. Υψηλής αξίας ή κόστους

  • "Τα διαμάντια, τα ζαφείρια, τα ρουμπίνια και τα σμαράγδια είναι πολύτιμοι λίθοι"
    συνώνυμο:
  • πολύτιμος

3. Held in great esteem for admirable qualities especially of an intrinsic nature

  • "A valued friend"
  • "Precious memories"
    synonym:
  • valued
  • ,
  • precious

3. Διατηρείται σε μεγάλη εκτίμηση για αξιοθαύμαστες ιδιότητες, ειδικά εγγενούς χαρακτήρα

  • "Ένας πολύτιμος φίλος"
  • "Πολύτιμες αναμνήσεις"
    συνώνυμο:
  • αποτιμώνται
  • ,
  • πολύτιμος

4. Obviously contrived to charm

  • "An insufferably precious performance"
  • "A child with intolerably cute mannerisms"
    synonym:
  • cute
  • ,
  • precious

4. Προφανώς επινοήθηκε στη γοητεία

  • "Μια απίστευτα πολύτιμη απόδοση"
  • "Ένα παιδί με ανυπόφορα χαριτωμένους τρόπους"
    συνώνυμο:
  • χαριτωμένο
  • ,
  • πολύτιμος

adverb

1. Extremely

  • "There is precious little time left"
    synonym:
  • precious
  • ,
  • preciously

1. Εξαιρετικά

  • "Υπάρχει πολύ λίγος χρόνος που απομένει"
    συνώνυμο:
  • πολύτιμος
  • ,
  • πολύτιμα

Examples of using

Every language is the same precious and valuable to its speakers.
Κάθε γλώσσα είναι η ίδια πολύτιμη και πολύτιμη για τους ομιλητές της.
Silk is very precious.
Το μετάξι είναι πολύτιμο.
No gift is more precious than trust.
Κανένα δώρο δεν είναι πιο πολύτιμο από την εμπιστοσύνη.