Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "pragmatic" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πραγματική" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Pragmatic

[Πραγματικόσ]
/prægmætɪk/

noun

1. An imperial decree that becomes part of the fundamental law of the land

    synonym:
  • pragmatic sanction
  • ,
  • pragmatic

1. Ένα αυτοκρατορικό διάταγμα που γίνεται μέρος του θεμελιώδους νόμου της γης

    συνώνυμο:
  • πραγματιστική κύρωση
  • ,
  • πραγματιστικόσ

adjective

1. Concerned with practical matters

  • "A matter-of-fact (or pragmatic) approach to the problem"
  • "A matter-of-fact account of the trip"
    synonym:
  • matter-of-fact
  • ,
  • pragmatic
  • ,
  • pragmatical

1. Ασχολούμαστε με πρακτικά θέματα

  • "Ένα θέμα της πραγματικότητας ( ή πραγματιστική) προσέγγιση στο πρόβλημα"
  • "Ένας λογαριασμός του ταξιδιού"
    συνώνυμο:
  • θέμα του γεγονότος
  • ,
  • πραγματιστικόσ

2. Of or concerning the theory of pragmatism

    synonym:
  • pragmatic
  • ,
  • pragmatical

2. Από ή σχετικά με τη θεωρία του πραγματισμού

    συνώνυμο:
  • πραγματιστικόσ

3. Guided by practical experience and observation rather than theory

  • "A hardheaded appraisal of our position"
  • "A hard-nosed labor leader"
  • "Completely practical in his approach to business"
  • "Not ideology but pragmatic politics"
    synonym:
  • hardheaded
  • ,
  • hard-nosed
  • ,
  • practical
  • ,
  • pragmatic

3. Καθοδηγείται από την πρακτική εμπειρία και την παρατήρηση και όχι από τη θεωρία

  • "Μια σκληρή εκτίμηση της θέσης μας"
  • "Ένας σκληρός ηγέτης εργασίας"
  • "Εντελώς πρακτικό στην προσέγγισή του στις επιχειρήσεις"
  • "Όχι ιδεολογία, αλλά πραγματιστική πολιτική"
    συνώνυμο:
  • σκληρός
  • ,
  • πρακτικός
  • ,
  • πραγματιστικόσ

Examples of using

I agree on an emotional level, but on the pragmatic level I disagree.
Συμφωνώ σε ένα συναισθηματικό επίπεδο, αλλά στο ρεαλιστικό επίπεδο διαφωνώ.
I have been told that I am pragmatic, and I am.
Μου είπαν ότι είμαι ρεαλιστής και είμαι.