Translation meaning & definition of the word "poppy" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παπαρούνα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Poppy
[Παπαρούνα]/pɑpi/
noun
1. Annual or biennial or perennial herbs having showy flowers
- synonym:
- poppy
1. Ετήσια ή διετή ή πολυετή βότανα με επιδεικτικά λουλούδια
- συνώνυμο:
- παπαρούνα