Translation meaning & definition of the word "politician" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πολιτικός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Politician
[Πολιτικός]/pɑlətɪʃən/
noun
1. A leader engaged in civil administration
- synonym:
- politician
1. Ένας ηγέτης που ασχολείται με την πολιτική διοίκηση
- συνώνυμο:
- πολιτικός
2. A person active in party politics
- synonym:
- politician ,
- politico ,
- pol ,
- political leader
2. Ένα άτομο που δραστηριοποιείται στην κομματική πολιτική
- συνώνυμο:
- πολιτικός ,
- πολιτικό ,
- πολ ,
- πολιτικός ηγέτης
3. A schemer who tries to gain advantage in an organization in sly or underhanded ways
- synonym:
- politician
3. Ένας σχεδιαστής που προσπαθεί να αποκτήσει πλεονέκτημα σε έναν οργανισμό με πονηρό ή ανεπιθύμητους τρόπους
- συνώνυμο:
- πολιτικός
Examples of using
I can't quite picture Tom as a politician.
Δεν μπορώ να φανταστώ τον Τομ ως πολιτικό.
Even the most tactful politician cannot have their foot in both camps for long.
Ακόμη και ο πιο ευγενικός πολιτικός δεν μπορεί να έχει το πόδι του και στα δύο στρατόπεδα για πολύ.
The politician proposed reforms to Congress.
Ο πολιτικός πρότεινε μεταρρυθμίσεις στο Κογκρέσο.