Translation meaning & definition of the word "pointer" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ποιητής" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Pointer
[Δείκτησ]/pɔɪntər/
noun
1. A mark to indicate a direction or relation
- synonym:
- arrow ,
- pointer
1. Ένα σημάδι για να υποδείξει μια κατεύθυνση ή μια σχέση
- συνώνυμο:
- βέλος ,
- δείκτης
2. An indicator as on a dial
- synonym:
- pointer
2. Ένας δείκτης όπως σε έναν πίνακα
- συνώνυμο:
- δείκτης
3. (computer science) indicator consisting of a movable spot of light (an icon) on a visual display
- Moving it allows the user to point to commands or screen positions
- synonym:
- cursor ,
- pointer
3. (-υπολογιστής επιστημονικός δείκτης) που αποτελείται από ένα κινητό σημείο του φωτός (αν εικον) σε μια οπτική οθόνη
- Η μετακίνηση επιτρέπει στο χρήστη να δείχνει εντολές ή θέσεις οθόνης
- συνώνυμο:
- δρομέασ ,
- δείκτης
4. A strong slender smooth-haired dog of spanish origin having a white coat with brown or black patches
- Scents out and points to game
- synonym:
- pointer ,
- Spanish pointer
4. Ένα ισχυρό λεπτό σκυλί με ομαλά μαλλιά ισπανικής προέλευσης με λευκό παλτό με καφέ ή μαύρα μπαλώματα
- Αρώματα έξω και δείχνει το παιχνίδι
- συνώνυμο:
- δείκτης ,
- Ισπανικός δείκτης