Translation meaning & definition of the word "poetry" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ποίηση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Poetry
[Ποίηση]/poʊətri/
noun
1. Literature in metrical form
- synonym:
- poetry ,
- poesy ,
- verse
1. Λογοτεχνία σε μετρική μορφή
- συνώνυμο:
- ποίηση ,
- στίχος
2. Any communication resembling poetry in beauty or the evocation of feeling
- synonym:
- poetry
2. Οποιαδήποτε επικοινωνία που μοιάζει με ποίηση στην ομορφιά ή την επίκληση του συναισθήματος
- συνώνυμο:
- ποίηση
Examples of using
The Grand Prix of the first Belarusian song and poetry festival “Maladziechna-100” was won by Alena Saulenajte.
Το Μεγάλο Βραβείο του πρώτου Λευκορωσικού τραγουδιού και ποιητικού φεστιβάλ “Μαλατζιέχνα-100” κερδήθηκε από την Αλένα Σαουλενάιτ.
I once read an interesting anthology of poetry generated by a computer program in 100.
Κάποτε διάβασα μια ενδιαφέρουσα ανθολογία της ποίησης που δημιουργήθηκε από ένα πρόγραμμα υπολογιστή σε 100.
Islamic culture has given us majestic arches and soaring spires; timeless poetry and cherished music; elegant calligraphy and places of peaceful contemplation.
Ο ισλαμικός πολιτισμός μας έχει δώσει μεγαλοπρεπείς καμάρες και ανερχόμενα καρχαρίες, διαχρονική ποίηση και αγαπημένη μουσική, κομψή καλλιγραφία.