Translation meaning & definition of the word "pigsty" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "ψημένος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Pigsty
[Χοιροστάσιο]/pɪgstaɪ/
noun
1. A pen for swine
- synonym:
- sty ,
- pigsty ,
- pigpen
1. Ένα στυλό για τους χοίρους
- συνώνυμο:
- στυλ ,
- χοιροστάσιο ,
- χοιρόστρωμα
Examples of using
This room looks like a pigsty.
Αυτό το δωμάτιο μοιάζει με ένα γουρούνι.