Translation meaning & definition of the word "phrase" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φράση" στην ελληνική γλώσσα
Phrase
[Φράση]noun
1. An expression consisting of one or more words forming a grammatical constituent of a sentence
- synonym:
- phrase
1. Μια έκφραση που αποτελείται από μία ή περισσότερες λέξεις που σχηματίζουν γραμματικό συστατικό μιας πρότασης
- συνώνυμο:
- φράση
2. A short musical passage
- synonym:
- phrase ,
- musical phrase
2. Ένα σύντομο μουσικό πέρασμα
- συνώνυμο:
- φράση ,
- μουσική φράση
3. An expression whose meanings cannot be inferred from the meanings of the words that make it up
- synonym:
- idiom ,
- idiomatic expression ,
- phrasal idiom ,
- set phrase ,
- phrase
3. Μια έκφραση της οποίας οι έννοιες δεν μπορούν να συναχθούν από τις έννοιες των λέξεων που την αποτελούν
- συνώνυμο:
- ιδίωμα ,
- ιδιωματική έκφραση ,
- φραστικό ιδίωμα ,
- φράση
4. Dance movements that are linked in a single choreographic sequence
- synonym:
- phrase
4. Χορευτικές κινήσεις που συνδέονται με μία χορογραφική ακολουθία
- συνώνυμο:
- φράση
verb
1. Put into words or an expression
- "He formulated his concerns to the board of trustees"
- synonym:
- give voice ,
- formulate ,
- word ,
- phrase ,
- articulate
1. Βάλτε σε λέξεις ή σε μια έκφραση
- "Διατύπωσε τις ανησυχίες του στο διοικητικό συμβούλιο"
- συνώνυμο:
- δίνω φωνή ,
- διατυπώνω ,
- λέξη ,
- φράση ,
- αρθρώ
2. Divide, combine, or mark into phrases
- "Phrase a musical passage"
- synonym:
- phrase
2. Διαιρέστε, συνδυάστε ή σημειώστε σε φράσεις
- "Φράση ένα μουσικό πέρασμα"
- συνώνυμο:
- φράση