Translation meaning & definition of the word "pavilion" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "περίπτερο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Pavilion
[Περίπτερο]/pəvɪljən/
noun
1. Large and often sumptuous tent
- synonym:
- pavilion ,
- marquee
1. Μεγάλη και συχνά πλουσιότερη σκηνή
- συνώνυμο:
- περίπτερο ,
- μαρκήσιος