Translation meaning & definition of the word "patronage" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πατρών" στην ελληνική γλώσσα
Patronage
[Υποστήριξη]noun
1. The act of providing approval and support
- "His vigorous backing of the conservatives got him in trouble with progressives"
- synonym:
- backing ,
- backup ,
- championship ,
- patronage
1. Η πράξη της παροχής έγκρισης και υποστήριξης
- "Η σθεναρή υποστήριξή του από τους συντηρητικούς τον έβαλε σε μπελάδες με τους προοδευτικούς"
- συνώνυμο:
- υποστήριξη ,
- αντίγραφο ασφαλείας ,
- πρωτάθλημα ,
- προστασία
2. Customers collectively
- "They have an upper class clientele"
- synonym:
- clientele ,
- patronage ,
- business
2. Πελάτες συλλογικά
- "Έχουν μια πελατεία ανώτερης κατηγορίας"
- συνώνυμο:
- πελατεία ,
- προστασία ,
- επιχείρηση
3. A communication that indicates lack of respect by patronizing the recipient
- synonym:
- condescension ,
- disdain ,
- patronage
3. Μια επικοινωνία που υποδηλώνει έλλειψη σεβασμού με την υποστήριξη του παραλήπτη
- συνώνυμο:
- συγκατάβαση ,
- περιφρονώ ,
- προστασία
4. (politics) granting favors or giving contracts or making appointments to office in return for political support
- synonym:
- patronage
4. Η (πολιτική) χορηγεί εύνοιες ή δίνει συμβάσεις ή πραγματοποιεί διορισμούς στο αξίωμα σε αντάλλαγμα για πολιτική υποστήριξη
- συνώνυμο:
- προστασία
5. The business given to a commercial establishment by its customers
- "Even before noon there was a considerable patronage"
- synonym:
- trade ,
- patronage
5. Η επιχείρηση που παρέχεται σε εμπορική εγκατάσταση από τους πελάτες της
- "Ακόμη και πριν το μεσημέρι υπήρχε μια σημαντική προστασία"
- συνώνυμο:
- εμπόριο ,
- προστασία
verb
1. Support by being a patron of
- synonym:
- patronage
1. Υποστήριξη με το να είσαι προστάτης του
- συνώνυμο:
- προστασία
2. Be a regular customer or client of
- "We patronize this store"
- "Our sponsor kept our art studio going for as long as he could"
- synonym:
- patronize ,
- patronise ,
- patronage ,
- support ,
- keep going
2. Να είστε τακτικός πελάτης ή πελάτης
- "Θα πατρονάρουμε αυτό το κατάστημα"
- "Ο χορηγός μας κράτησε το στούντιο τέχνης μας όσο μπορούσε"
- συνώνυμο:
- υποστηρίζω ,
- προστασία ,
- υποστήριξη ,
- συνεχίζω