Translation meaning & definition of the word "papaya" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παπάγια" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Papaya
[Παπάγια]/pəpaɪə/
noun
1. Tropical american shrub or small tree having huge deeply palmately cleft leaves and large oblong yellow fruit
- synonym:
- papaya ,
- papaia ,
- pawpaw ,
- papaya tree ,
- melon tree ,
- Carica papaya
1. Τροπικός αμερικανικός θάμνος ή μικρό δέντρο με τεράστια βαθιά φοινικωμένα φύλλα σχιστόλιθου και μεγάλα μακρόστενα κίτρινα φρούτα
- συνώνυμο:
- παπάγια ,
- παπαία ,
- πόδι ,
- δέντρο πεπονιού ,
- Παπάγια Καρίκα
2. Large oval melon-like tropical fruit with yellowish flesh
- synonym:
- papaya
2. Μεγάλο οβάλ τροπικό φρούτο που μοιάζει με πεπόνι με κιτρινωπή σάρκα
- συνώνυμο:
- παπάγια