Translation meaning & definition of the word "pantomime" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παντομίμα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Pantomime
[Παντομίμα]/pæntəmaɪm/
noun
1. A performance using gestures and body movements without words
- synonym:
- mime ,
- pantomime ,
- dumb show
1. Μια παράσταση με χειρονομίες και κινήσεις του σώματος χωρίς λέξεις
- συνώνυμο:
- μίμοσ ,
- παντομίμα ,
- ανόητη εμφάνιση
verb
1. Act out without words but with gestures and bodily movements only
- "The acting students mimed eating an apple"
- synonym:
- mime ,
- pantomime
1. Ενεργήστε χωρίς λόγια, αλλά με χειρονομίες και σωματικές κινήσεις μόνο
- "Οι μαθητές που υποκρινόταν μιμούνταν το να τρώνε ένα μήλο"
- συνώνυμο:
- μίμοσ ,
- παντομίμα