Translation meaning & definition of the word "pane" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πανό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Pane
[Παν]/pen/
noun
1. Sheet glass cut in shapes for windows or doors
- synonym:
- pane ,
- pane of glass ,
- window glass
1. Φύλλο γυαλιού κομμένο σε σχήματα για παράθυρα ή πόρτες
- συνώνυμο:
- παράθυρο ,
- παράθυρο του γυαλιού ,
- γυαλί παραθύρων
2. A panel or section of panels in a wall or door
- synonym:
- paneling ,
- panelling ,
- pane
2. Ένα πάνελ ή τμήμα των πάνελ σε έναν τοίχο ή πόρτα
- συνώνυμο:
- επένδυση ,
- παράθυρο
3. Street name for lysergic acid diethylamide
- synonym:
- acid ,
- back breaker ,
- battery-acid ,
- dose ,
- dot ,
- Elvis ,
- loony toons ,
- Lucy in the sky with diamonds ,
- pane ,
- superman ,
- window pane ,
- Zen
3. Ονομασία δρόμου για διαιθυλαμίδιο του λυσεργικού οξέος
- συνώνυμο:
- οξύ ,
- πίσω διακόπτης ,
- μπαταρία-οξύ ,
- δόση ,
- τοποθεσία ,
- Έλβις ,
- τόνοι απολέπισης ,
- Η λούση στον ουρανό με τα διαμάντια ,
- παράθυρο ,
- σούπερμαν ,
- Ζεν
Examples of using
I suddenly saw myself reflected in a window pane and it startled me.
Ξαφνικά είδα τον εαυτό μου να αντανακλάται σε ένα παράθυρο και με τρόμαξε.