Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "oppose" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αντίθετα" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Oppose

[Αντιτίθεμαι]
/əpoʊz/

verb

1. Be against

  • Express opposition to
  • "We oppose the ban on abortion"
    synonym:
  • oppose

1. Είμαι εναντίον

  • Εκφράζω την αντίθεσή μου στο
  • "Αντιτιθέμεθα στην απαγόρευση των αμβλώσεων"
    συνώνυμο:
  • αντιτίθεμαι

2. Fight against or resist strongly

  • "The senator said he would oppose the bill"
  • "Don't fight it!"
    synonym:
  • fight
  • ,
  • oppose
  • ,
  • fight back
  • ,
  • fight down
  • ,
  • defend

2. Πολεμήστε ή αντισταθείτε έντονα

  • "Ο γερουσιαστής είπε ότι θα αντιταχθεί στο νομοσχέδιο"
  • "Μην το πολεμάς!"
    συνώνυμο:
  • πολεμώ
  • ,
  • αντιτίθεμαι
  • ,
  • πολεμώ πίσω
  • ,
  • υπερασπίζομαι

3. Contrast with equal weight or force

    synonym:
  • oppose
  • ,
  • counterbalance

3. Αντίθεση με το ίδιο βάρος ή δύναμη

    συνώνυμο:
  • αντιτίθεμαι
  • ,
  • αντιστάθμιση

4. Set into opposition or rivalry

  • "Let them match their best athletes against ours"
  • "Pit a chess player against the russian champion"
  • "He plays his two children off against each other"
    synonym:
  • pit
  • ,
  • oppose
  • ,
  • match
  • ,
  • play off

4. Εναντίον ή αντιπαλότητας

  • "Αφήστε τους να ταιριάξουν με τους καλύτερους αθλητές τους εναντίον του δικού μας"
  • "Πίτα έναν σκακιστή εναντίον του ρώσου πρωταθλητή"
  • "Παίζει τα δύο παιδιά του εναντίον του άλλου"
    συνώνυμο:
  • λάκκο
  • ,
  • αντιτίθεμαι
  • ,
  • αγώνασ
  • ,
  • παίζω

5. Act against or in opposition to

  • "She reacts negatively to everything i say"
    synonym:
  • react
  • ,
  • oppose

5. Ενεργεί κατά ή αντίθετα σε

  • "Αντιδρά αρνητικά σε όλα όσα λέω"
    συνώνυμο:
  • αντιδρώ
  • ,
  • αντιτίθεμαι

6. Be resistant to

  • "The board opposed his motion"
    synonym:
  • oppose
  • ,
  • controvert
  • ,
  • contradict

6. Είμαι ανθεκτικός σε

  • "Το διοικητικό συμβούλιο αντιτάχθηκε στην κίνησή του"
    συνώνυμο:
  • αντιτίθεμαι
  • ,
  • ελέγχω
  • ,
  • αντιφάσκω

Examples of using

Now it is true that I believe this country is following a dangerous trend when it permits too great a degree of centralization of governmental functions. I oppose this — in some instances the fight is a rather desperate one. But to attain any success it is quite clear that the Federal government cannot avoid or escape responsibilities which the mass of the people firmly believe should be undertaken by it. The political processes of our country are such that if a rule of reason is not applied in this effort,
Τώρα είναι αλήθεια ότι πιστεύω ότι αυτή η χώρα ακολουθεί μια επικίνδυνη τάση όταν επιτρέπει πολύ μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης. Αντιτίθεμαι σε αυτό το — σε ορισμένες περιπτώσεις ο αγώνας είναι μάλλον απελπισμένος. Αλλά για να επιτύχει κανείς είναι σαφές ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν μπορεί να αποφύγει ή να ξεφύγει από ευθύνες. Οι πολιτικές διαδικασίες της χώρας μας είναι τέτοιες που αν ένας κανόνας λογικής δεν εφαρμόζεται σε αυτή την προσπάθεια, τότε,
It began to dawn on me that, to oppose political and social chaos, cultured means would be ineffective.
Άρχισε να μου ξημερώνει ότι, για να αντιταχθεί στο πολιτικό και κοινωνικό χάος, τα καλλιεργημένα μέσα θα ήταν αναποτελεσματικά.
They oppose the plan to raise taxes.
Αντιτίθενται στο σχέδιο αύξησης των φόρων.