Translation meaning & definition of the word "opera" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "όπερα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Opera
[Όπερα]/ɑprə/
noun
1. A drama set to music
- Consists of singing with orchestral accompaniment and an orchestral overture and interludes
- synonym:
- opera
1. Ένα δράμα στη μουσική
- Αποτελείται από τραγούδι με ορχηστρική συνοδεία και ορχηστρική προσπέραση και ιντερλού
- συνώνυμο:
- όπερα
2. A commercial browser
- synonym:
- Opera
2. Ένα εμπορικό πρόγραμμα περιήγησης
- συνώνυμο:
- Όπερα
3. A building where musical dramas are performed
- synonym:
- opera ,
- opera house
3. Ένα κτίριο όπου εκτελούνται μουσικά δράματα
- συνώνυμο:
- όπερα
Examples of using
Here's the score of the opera.
Αυτό είναι το σκορ της όπερας.
My greatest ambition is to be an opera singer.
Η μεγαλύτερη φιλοδοξία μου είναι να γίνω τραγουδιστής της όπερας.
He's an opera lover.
Είναι λάτρης της όπερας.