Translation meaning & definition of the word "onward" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "προς τα εμπρός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Onward
[Εμπρός]/ɔnwərd/
adverb
1. Forward in time or order or degree
- "From that time forth"
- "From the sixth century onward"
- synonym:
- forth ,
- forward ,
- onward
1. Προς τα εμπρός στο χρόνο ή τη διαταγή ή το βαθμό
- "Από εκείνη τη στιγμή και μετά"
- "Από τον έκτο αιώνα και μετά"
- συνώνυμο:
- εμπρός ,
- προχωρώ ,
- προς τα εμπρός
2. In a forward direction
- "Go ahead"
- "The train moved ahead slowly"
- "The boat lurched ahead"
- "Moved onward into the forest"
- "They went slowly forward in the mud"
- synonym:
- ahead ,
- onward ,
- onwards ,
- forward ,
- forwards ,
- forrader
2. Προς τα εμπρός
- "Προχωρήστε"
- "Το τρένο προχώρησε αργά"
- "Το σκάφος παραμονεύει μπροστά"
- "Μεταφέρθηκε προς τα εμπρός στο δάσος"
- "Προχώρησαν αργά στη λάσπη"
- συνώνυμο:
- μπροστά ,
- προς τα εμπρός ,
- εμπρός ,
- προχωρώ ,
- περιφρονών