Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "only" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μόνο" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Only

[Μόνο]
/oʊnli/

adjective

1. Being the only one

  • Single and isolated from others
  • "The lone doctor in the entire county"
  • "A lonesome pine"
  • "An only child"
  • "The sole heir"
  • "The sole example"
  • "A solitary instance of cowardice"
  • "A solitary speck in the sky"
    synonym:
  • lone(a)
  • ,
  • lonesome(a)
  • ,
  • only(a)
  • ,
  • sole(a)
  • ,
  • solitary(a)

1. Είναι το μόνο

  • Ενιαία και απομονωμένη από τους άλλους
  • "Ο μοναχικός γιατρός σε ολόκληρη την κομητεία"
  • "Μοναχικό πεύκο"
  • "Μόνο ένα παιδί"
  • "Ο μοναδικός κληρονόμος"
  • "Το μοναδικό παράδειγμα"
  • "Μοναχική περίπτωση δειλίας"
  • "Ένα μοναχικό στίγμα στον ουρανό"
    συνώνυμο:
  • μον()
  • ,
  • μονασωματ(α)
  • ,
  • σολ(α)
  • ,
  • μοναχικό(

2. Exclusive of anyone or anything else

  • "She alone believed him"
  • "Cannot live by bread alone"
  • "I'll have this car and this car only"
    synonym:
  • alone(p)
  • ,
  • only

2. Αποκλειστικά από οποιονδήποτε ή οτιδήποτε άλλο

  • "Μόνο αυτός τον πίστεψε"
  • "Δεν μπορεί να ζήσει μόνο με ψωμί"
  • "Θα έχω αυτό το αυτοκίνητο και αυτό το αυτοκίνητο μόνο"
    συνώνυμο:
  • μον()<TAG1>
  • ,
  • μόνο

adverb

1. And nothing more

  • "I was merely asking"
  • "It is simply a matter of time"
  • "Just a scratch"
  • "He was only a child"
  • "Hopes that last but a moment"
    synonym:
  • merely
  • ,
  • simply
  • ,
  • just
  • ,
  • only
  • ,
  • but

1. Και τίποτα περισσότερο

  • "Απλώς ρωτούσα"
  • "Είναι απλά θέμα χρόνου"
  • "Μόνο μια γρατσουνιά"
  • "Ήταν απλά ένα παιδί"
  • "Ελπίζω να διαρκέσει μια στιγμή"
    συνώνυμο:
  • απλώς
  • ,
  • απλά
  • ,
  • μόνο
  • ,
  • αλλά

2. Without any others being included or involved

  • "Was entirely to blame"
  • "A school devoted entirely to the needs of problem children"
  • "He works for mr. smith exclusively"
  • "Did it solely for money"
  • "The burden of proof rests on the prosecution alone"
  • "A privilege granted only to him"
    synonym:
  • entirely
  • ,
  • exclusively
  • ,
  • solely
  • ,
  • alone
  • ,
  • only

2. Χωρίς να συμπεριληφθούν ή να εμπλακούν άλλοι

  • "Φταίει απόλυτα"
  • "Ένα σχολείο αφιερωμένο εξ ολοκλήρου στις ανάγκες των προβληματικών παιδιών"
  • "Εργάζεται αποκλειστικά για τον κ. σμιθ"
  • "Το έκανες μόνο για τα χρήματα"
  • "Το βάρος της απόδειξης στηρίζεται μόνο στη δίωξη"
  • "Ένα προνόμιο που του παραχωρείται μόνο"
    συνώνυμο:
  • εντελώς
  • ,
  • αποκλειστικά
  • ,
  • μόνος
  • ,
  • μόνο

3. With nevertheless the final result

  • "He arrived only to find his wife dead"
  • "We won only to lose again in the next round"
    synonym:
  • only

3. Ωστόσο, με το τελικό αποτέλεσμα

  • "Έφτασε μόνο για να βρει τη γυναίκα του νεκρή"
  • "Κερδίσαμε μόνο για να χάσουμε ξανά στον επόμενο γύρο"
    συνώνυμο:
  • μόνο

4. In the final outcome

  • "These news will only make you more upset"
    synonym:
  • only

4. Στο τελικό αποτέλεσμα

  • "Αυτά τα νέα θα σας κάνουν πιο αναστατωμένους"
    συνώνυμο:
  • μόνο

5. Except that

  • "It was the same story
  • Only this time she came out better"
    synonym:
  • only

5. Εκτός από αυτό

  • "Ήταν η ίδια ιστορία
  • Αυτή τη φορά βγήκε καλύτερα"
    συνώνυμο:
  • μόνο

6. Never except when

  • "Call me only if your cold gets worse"
    synonym:
  • only
  • ,
  • only if
  • ,
  • only when

6. Ποτέ εκτός από το πότε

  • "Καλέστε με μόνο αν το κρύο σας χειροτερεύει"
    συνώνυμο:
  • μόνο
  • ,
  • μόνο αν
  • ,
  • μόνο όταν

7. As recently as

  • "I spoke to him only an hour ago"
    synonym:
  • only

7. Πρόσφατα

  • "Του μίλησα πριν από μία ώρα"
    συνώνυμο:
  • μόνο

Examples of using

It's only three o'clock.
Είναι μόνο τρεις η ώρα.
Ignore it. It's only a rumor.
Αγνοήστε το. Είναι απλά μια φήμη.
That's the only possibility.
Αυτή είναι η μόνη πιθανότητα.