Translation meaning & definition of the word "observatory" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παρατηρητικό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Observatory
[Παρατηρητήριο]/əbzərvətɔri/
noun
1. A building designed and equipped to observe astronomical phenomena
- synonym:
- observatory
1. Ένα κτίριο σχεδιασμένο και εξοπλισμένο για να παρατηρήσει αστρονομικά φαινόμενα
- συνώνυμο:
- παρατηρητήριο
2. A structure commanding a wide view of its surroundings
- synonym:
- lookout ,
- observation tower ,
- lookout station ,
- observatory
2. Μια δομή που διατάσσει μια ευρεία άποψη του περιβάλλοντός της
- συνώνυμο:
- προσοχή ,
- πύργος παρατήρησης ,
- σταθμός παρατήρησης ,
- παρατηρητήριο