Translation meaning & definition of the word "observance" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παρατήρηση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Observance
[Τήρηση]/əbzərvəns/
noun
1. The act of observing
- Taking a patient look
- synonym:
- observation ,
- observance ,
- watching
1. Η πράξη της παρατήρησης
- Εξετάζοντας έναν ασθενή
- συνώνυμο:
- παρατήρηση ,
- τήρηση ,
- παρακολουθώ
2. A formal event performed on a special occasion
- "A ceremony commemorating pearl harbor"
- synonym:
- ceremony ,
- ceremonial ,
- ceremonial occasion ,
- observance
2. Ένα επίσημο γεγονός που πραγματοποιείται σε ειδική περίσταση
- "Τελετή μνήμης του περλ χάρμπορ"
- συνώνυμο:
- τελετή ,
- τελετουργικόσ ,
- τελετουργική περίσταση ,
- τήρηση
3. The act of noticing or paying attention
- "He escaped the notice of the police"
- synonym:
- notice ,
- observation ,
- observance
3. Η πράξη της παρατήρησης ή της προσοχής
- "Ξεφύγει από την ειδοποίηση της αστυνομίας"
- συνώνυμο:
- ειδοποίηση ,
- παρατήρηση ,
- τήρηση
4. Conformity with law or custom or practice etc.
- synonym:
- honoring ,
- observance
4. Συμμόρφωση με το νόμο ή την πρακτική ή την πρακτική κ.λπ.
- συνώνυμο:
- τιμώντασ ,
- τήρηση