Translation meaning & definition of the word "nash" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μαστίγωμα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Nash
[Νας]/næʃ/
noun
1. United states writer noted for his droll epigrams (1902-1971)
- synonym:
- Nash ,
- Ogden Nash
1. Ο συγγραφέας των ηνωμένων πολιτειών σημείωσε για τα επιγράμματα του (1902-1971)
- συνώνυμο:
- Νας ,
- Όγκντεν Νας