Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "mythical" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μυθολογία" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Mythical

[Μυθικός]
/mɪθəkəl/

adjective

1. Based on or told of in traditional stories

  • Lacking factual basis or historical validity
  • "Mythical centaurs"
  • "The fabulous unicorn"
    synonym:
  • fabulous
  • ,
  • mythic
  • ,
  • mythical
  • ,
  • mythologic
  • ,
  • mythological

1. Βασισμένο ή ειπωμένο σε παραδοσιακές ιστορίες

  • Ελλείψει πραγματικής βάσης ή ιστορικής εγκυρότητας
  • "Μυθικοί κένταυροι"
  • "Ο υπέροχος μονόκερος"
    συνώνυμο:
  • υπέροχος
  • ,
  • μυθικός
  • ,
  • μυθολογική

Examples of using

Would you look at that! After a long and exhausting quest I finally managed to find the mythical Scroll of Swordsmanship.
Θα το κοιτάξετε αυτό! Μετά από μια μακρά και εξαντλητική αναζήτηση κατάφερα τελικά να βρω το μυθικό Καταφύγιο της Σπαζοκαλλιέργειας.
Am I supposed to, single-handedly, strengthened only by the mythical magic of my forebears, in heroic fashion smash his armies and save the beautiful princess from his clutches to finally deliver him to...
Υποτίθεται ότι πρέπει, με το ένα χέρι, να ενισχυθεί μόνο από τη μυθική μαγεία των προγόνων μου, την, με ηρωικό τρόπο συντρίψει τους στρατούς του και να σώσει την όμορφη πριγκίπισσα από τα νύχια του για να τον παραδώσει τελικά...