Translation meaning & definition of the word "monitor" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "ενοικιαστής" στην ελληνική γλώσσα
Monitor
[Παρακολούθηση]noun
1. Someone who supervises (an examination)
- synonym:
- proctor ,
- monitor
1. Κάποιος που εποπτεύει την (ανή εξέταση)
- συνώνυμο:
- πρωθυπουργός ,
- οθόνη
2. Someone who gives a warning so that a mistake can be avoided
- synonym:
- admonisher ,
- monitor ,
- reminder
2. Κάποιος που δίνει μια προειδοποίηση έτσι ώστε ένα λάθος μπορεί να αποφευχθεί
- συνώνυμο:
- προειδοποιών ,
- οθόνη ,
- υπενθύμιση
3. An ironclad vessel built by federal forces to do battle with the merrimac
- synonym:
- Monitor
3. Ένα σιδερένιο σκάφος που κατασκευάστηκε από τις ομοσπονδιακές δυνάμεις για να πολεμήσει με το μέριματς
- συνώνυμο:
- Παρακολούθηση
4. Display produced by a device that takes signals and displays them on a television screen or a computer monitor
- synonym:
- monitor ,
- monitoring device
4. Εμφάνιση που παράγεται από μια συσκευή που λαμβάνει σήματα και τα εμφανίζει σε τηλεοπτική οθόνη ή οθόνη υπολογιστή
- συνώνυμο:
- οθόνη ,
- συσκευή παρακολούθησης
5. Electronic equipment that is used to check the quality or content of electronic transmissions
- synonym:
- monitor
5. Ηλεκτρονικός εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της ποιότητας ή του περιεχομένου των ηλεκτρονικών μεταδόσεων
- συνώνυμο:
- οθόνη
6. A piece of electronic equipment that keeps track of the operation of a system continuously and warns of trouble
- synonym:
- monitor
6. Ένα κομμάτι ηλεκτρονικού εξοπλισμού που παρακολουθεί συνεχώς τη λειτουργία ενός συστήματος και προειδοποιεί για προβλήματα
- συνώνυμο:
- οθόνη
7. Any of various large tropical carnivorous lizards of africa and asia and australia
- Fabled to warn of crocodiles
- synonym:
- monitor ,
- monitor lizard ,
- varan
7. Οποιαδήποτε από τις διάφορες μεγάλες τροπικές σαρκοφάγες σαύρες της αφρικής, της ασίας και της αυστραλίας
- Υπέροχο για να προειδοποιήσει για κροκόδειλους
- συνώνυμο:
- οθόνη ,
- σαύρα παρακολούθησης ,
- βαράν
verb
1. Keep tabs on
- Keep an eye on
- Keep under surveillance
- "We are monitoring the air quality"
- "The police monitor the suspect's moves"
- synonym:
- monitor ,
- supervise
1. Κρατώ τις καρτέλες
- Παρακολουθώ
- Τηρώ υπό παρακολούθηση
- "Παρακολουθούμε την ποιότητα του αέρα"
- "Η αστυνομία παρακολουθεί τις κινήσεις του υπόπτου"
- συνώνυμο:
- οθόνη ,
- επιβλέπω
2. Check, track, or observe by means of a receiver
- synonym:
- monitor
2. Ελέγξτε, παρακολουθήστε ή παρατηρήστε μέσω ενός δέκτη
- συνώνυμο:
- οθόνη