Translation meaning & definition of the word "molybdenum" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μολυβδαίνιο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Molybdenum
[Μολυβδαίνιο]/məlɪbdɪnəm/
noun
1. A polyvalent metallic element that resembles chromium and tungsten in its properties
- Used to strengthen and harden steel
- synonym:
- molybdenum ,
- Mo ,
- atomic number 42
1. Ένα πολυδύναμο μεταλλικό στοιχείο που μοιάζει με χρώμιο και βολφράμιο στις ιδιότητές του
- Χρησιμοποιείται για την ενίσχυση και τη σκλήρυνση του χάλυβα
- συνώνυμο:
- μολυβδαίνιο ,
- Μο ,
- ατομικός αριθμός 42