Translation meaning & definition of the word "minister" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "υπουργός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Minister
[Υπουργός]/mɪnəstər/
noun
1. A person authorized to conduct religious worship
- "Clergymen are usually called ministers in protestant churches"
- synonym:
- curate ,
- minister of religion ,
- minister ,
- parson ,
- pastor ,
- rector
1. Ένα άτομο εξουσιοδοτημένο να διεξάγει θρησκευτική λατρεία
- "Οι κληρικοί συνήθως ονομάζονται υπουργοί στις προτεσταντικές εκκλησίες"
- συνώνυμο:
- επιμεληθεί ,
- υπουργός Θρησκείας ,
- υπουργός ,
- πάρον ,
- πάστορας ,
- πρύτανησ
2. A person appointed to a high office in the government
- "Minister of finance"
- synonym:
- minister ,
- government minister
2. Ένα άτομο που διορίζεται σε υψηλό αξίωμα στην κυβέρνηση
- "Υπουργός οικονομικών"
- συνώνυμο:
- υπουργός
3. A diplomat representing one government to another
- Ranks below ambassador
- synonym:
- minister ,
- diplomatic minister
3. Ένας διπλωμάτης που εκπροσωπεί τη μια κυβέρνηση στην άλλη
- Κατατάσσεται κάτω από τον πρέσβη
- συνώνυμο:
- υπουργός ,
- διπλωματικός υπουργός
4. The job of a head of a government department
- synonym:
- minister
4. Η δουλειά ενός επικεφαλής ενός κυβερνητικού τμήματος
- συνώνυμο:
- υπουργός
verb
1. Attend to the wants and needs of others
- "I have to minister to my mother all the time"
- synonym:
- minister
1. Προσεκτικοί στις επιθυμίες και τις ανάγκες των άλλων
- "Πρέπει να υπηρετώ τη μητέρα μου όλη την ώρα"
- συνώνυμο:
- υπουργός
2. Work as a minister
- "She is ministering in an old parish"
- synonym:
- minister
2. Εργασία ως υπουργός
- "Διακονεί σε μια παλιά ενορία"
- συνώνυμο:
- υπουργός
Examples of using
Our minister is a vegetarian and an atheist.
Ο υπουργός μας είναι χορτοφάγος και άθεος.
I will probably be the first Polish foreign minister in history to say so, but here it is: I fear German power less than I am beginning to fear German inactivity.
Θα είμαι ίσως ο πρώτος Πολωνός υπουργός Εξωτερικών στην ιστορία, αλλά εδώ είναι: Φοβάμαι τη γερμανική εξουσία λιγότερο από ότι φοβάμαι.
Bulgaria is the only country in Europe where a former monarch has been elected prime minister.
Η Βουλγαρία είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου ένας πρώην μονάρχης έχει εκλεγεί πρωθυπουργός.