Translation meaning & definition of the word "million" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "εκατομμύριο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Million
[Εκατομμύρια]/mɪljən/
noun
1. The number that is represented as a one followed by 6 zeros
- synonym:
- million ,
- 1000000 ,
- one thousand thousand ,
- meg
1. Ο αριθμός που αντιπροσωπεύεται ως ένα ακολουθούμενο από 6 μηδενικά
- συνώνυμο:
- εκατομμύρια ,
- 1000000 ,
- χίλιες χιλιάδες ,
- μεγκ
2. A very large indefinite number (usually hyperbole)
- "There were millions of flies"
- synonym:
- million ,
- billion ,
- trillion ,
- zillion ,
- jillion ,
- gazillion
2. Ένας πολύ μεγάλος απροσδιόριστος αριθμός (συνήθως υπερβολ)
- "Υπήρχαν εκατομμύρια μύγες"
- συνώνυμο:
- εκατομμύρια ,
- δισεκατομμύρια ,
- τρισεκατομμύρια ,
- ζεκ ,
- τζεκλίνο ,
- γκάζερι
adjective
1. (in roman numerals, m written with a macron over it) denoting a quantity consisting of 1,000,000 items or units
- synonym:
- million
1. (σε ρωμαϊκούς αριθμούς, μ γραμμένο με μακρόνιο πάνω από αυτό) που υποδηλώνει ποσότητα αποτελούμενη από 1.000.000 αντικείμενα ή μονάδες
- συνώνυμο:
- εκατομμύρια
Examples of using
I've told you a million times not to exaggerate.
Σας έχω πει ένα εκατομμύριο φορές να μην υπερβάλλετε.
Estonia's population is about 100.100 million people.
Ο πληθυσμός της Εσθονίας είναι περίπου 100,100 εκατομμύρια άνθρωποι.
I've asked myself that question a million times.
Έχω κάνει στον εαυτό μου αυτή την ερώτηση ένα εκατομμύριο φορές.