Translation meaning & definition of the word "mill" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "χιλ" στην ελληνική γλώσσα
Mill
[Μύλος]noun
1. A plant consisting of one or more buildings with facilities for manufacturing
- synonym:
- factory ,
- mill ,
- manufacturing plant ,
- manufactory
1. Εγκατάσταση που αποτελείται από ένα ή περισσότερα κτίρια με εγκαταστάσεις για την κατασκευή
- συνώνυμο:
- εργοστάσιο ,
- μύλος ,
- εργοστάσιο παραγωγής
2. Scottish philosopher who expounded bentham's utilitarianism
- Father of john stuart mill (1773-1836)
- synonym:
- Mill ,
- James Mill
2. Σκωτσέζος φιλόσοφος που εξέθεσε τον ωφελιμισμό του μπένθαμ
- Πατέρας του τζον στιούαρτ μιλλ (1773-1836)
- συνώνυμο:
- Μύλος ,
- Τζέιμς Μιλ
3. English philosopher and economist remembered for his interpretations of empiricism and utilitarianism (1806-1873)
- synonym:
- Mill ,
- John Mill ,
- John Stuart Mill
3. Άγγλος φιλόσοφος και οικονομολόγος θυμήθηκε για τις ερμηνείες του για τον εμπειρισμό και τον ωφελιμισμό (1806-1873)
- συνώνυμο:
- Μύλος ,
- Τζον Μιλ ,
- Τζον Στιούαρτ Μιλ
4. Machinery that processes materials by grinding or crushing
- synonym:
- mill ,
- grinder ,
- milling machinery
4. Μηχανήματα που επεξεργάζονται υλικά με λείανση ή θραύση
- συνώνυμο:
- μύλος ,
- μύλοσ ,
- μηχανήματα άλεσης
5. The act of grinding to a powder or dust
- synonym:
- grind ,
- mill ,
- pulverization ,
- pulverisation
5. Η πράξη της λείανσης σε σκόνη ή σκόνη
- συνώνυμο:
- αλείφω ,
- μύλος ,
- κονιοποίηση
verb
1. Move about in a confused manner
- synonym:
- mill ,
- mill about ,
- mill around
1. Προχωρήστε με μπερδεμένο τρόπο
- συνώνυμο:
- μύλος ,
- περιπλανώμαι ,
- εκτοξεύω
2. Grind with a mill
- "Mill grain"
- synonym:
- mill
2. Αλέστε με ένα μύλο
- "Χιλιοστάσιο"
- συνώνυμο:
- μύλος
3. Produce a ridge around the edge of
- "Mill a coin"
- synonym:
- mill
3. Παράγετε μια κορυφογραμμή γύρω από την άκρη του
- "Χιλ ένα νόμισμα"
- συνώνυμο:
- μύλος
4. Roll out (metal) with a rolling machine
- synonym:
- mill
4. Ανοίξτε το (μεταλ) με μια μηχανή κυλίσματος
- συνώνυμο:
- μύλος