Translation meaning & definition of the word "mesa" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μέσσα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Mesa
[Μέσα]/mesə/
noun
1. Flat tableland with steep edges
- "The tribe was relatively safe on the mesa but they had to descend into the valley for water"
- synonym:
- mesa ,
- table
1. Επίπεδη τραπεζαρία με απότομες άκρες
- "Η φυλή ήταν σχετικά ασφαλής στον πλανήτη, αλλά έπρεπε να κατέβουν στην κοιλάδα για νερό"
- συνώνυμο:
- μέσα ,
- πίνακας
2. A city in arizona just to the east of phoenix
- Originally a suburb of phoenix
- synonym:
- Mesa
2. Μια πόλη στην αριζόνα ανατολικά του φοίνιξ
- Αρχικά ένα προάστιο του φοίνικα
- συνώνυμο:
- Μέσα