Translation meaning & definition of the word "marker" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μάρκερ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Marker
[Δείκτησ]/mɑrkər/
noun
1. Some conspicuous object used to distinguish or mark something
- "The buoys were markers for the channel"
- synonym:
- marker
1. Κάποιο εμφανές αντικείμενο που χρησιμοποιείται για να διακρίνει ή να σηματοδοτήσει κάτι
- "Οι σημαντήρες ήταν δείκτες για το κανάλι"
- συνώνυμο:
- δείκτησ
2. A distinguishing symbol
- "The owner's mark was on all the sheep"
- synonym:
- marker ,
- marking ,
- mark
2. Ένα διακριτικό σύμβολο
- "Το σημάδι του ιδιοκτήτη ήταν σε όλα τα πρόβατα"
- συνώνυμο:
- δείκτησ ,
- σήμανση ,
- σηματοδοτώ
3. A writing implement for making a mark
- synonym:
- marker
3. Ένα εφαρμογή γραφής για την κατασκευή ενός σήματος
- συνώνυμο:
- δείκτησ