Translation meaning & definition of the word "margarita" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μαργαρίτα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Margarita
[Μαργαρίτα]/mɑrgəritə/
noun
1. A cocktail made of tequila and triple sec with lime and lemon juice
- synonym:
- margarita
1. Ένα κοκτέιλ από τεκίλα και τρίκλινο δευτερόλεπτο με λάιμ και χυμό λεμονιού
- συνώνυμο:
- μαργαρίτα