Translation meaning & definition of the word "manager" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "διευθυντής" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Manager
[Διευθυντής]/mænəʤər/
noun
1. Someone who controls resources and expenditures
- synonym:
- director ,
- manager ,
- managing director
1. Αυτός που ελέγχει τους πόρους και τις δαπάνες
- συνώνυμο:
- διευθυντής
2. (sports) someone in charge of training an athlete or a team
- synonym:
- coach ,
- manager ,
- handler
2. (αθλητικό) κάποιος υπεύθυνος για την εκπαίδευση ενός αθλητή ή μιας ομάδας
- συνώνυμο:
- προπονητής ,
- διευθυντής ,
- χειριστήσ
Examples of using
It's about time the manager was removed.
Είναι καιρός να αφαιρεθεί ο διευθυντής.
Tom's boss was a pedantic micro manager, who had to check every single thing Tom did.
Το αφεντικό του Τομ ήταν ένας μικρο-διευθυντής πενταντίας, ο οποίος έπρεπε να ελέγξει κάθε πράγμα που έκανε ο Τομ.
Tom's systematic problem-solving skills stood him in good stead for promotion to branch manager.
Οι συστηματικές δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων του Τομ τον στάθηκαν σε καλή θέση για την προώθηση στο διαχειριστή υποκαταστημάτων.