Translation meaning & definition of the word "mali" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μαλί" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Mali
[Μάλι]/mɑli/
noun
1. A landlocked republic in northwestern africa
- Achieved independence from france in 1960
- Mali was a center of west african civilization for more than 4,000 years
- synonym:
- Mali ,
- Republic of Mali ,
- French Sudan
1. Μια μεσόγεια δημοκρατία στη βορειοδυτική αφρική
- Απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη γαλλία το 1960
- Το μάλι ήταν το κέντρο του πολιτισμού της δυτικής αφρικής για περισσότερα από 4.000 χρόνια
- συνώνυμο:
- Μάλι ,
- Δημοκρατία του Μάλι ,
- Γαλλικό Σουδάν