Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "male" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αρσενικό" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Male

[Αρσενικό]
/mel/

noun

1. An animal that produces gametes (spermatozoa) that can fertilize female gametes (ova)

    synonym:
  • male

1. Ένα ζώο που παράγει γαμέτες (σπερματοζω) που μπορεί να γονιμοποιήσει γυναίκες γαμέτες (οβ)

    συνώνυμο:
  • αρσενικό

2. A person who belongs to the sex that cannot have babies

    synonym:
  • male
  • ,
  • male person

2. Ένα άτομο που ανήκει στο φύλο που δεν μπορεί να κάνει μωρά

    συνώνυμο:
  • αρσενικό
  • ,
  • άνδρας

3. The capital of maldives in the center of the islands

    synonym:
  • Male

3. Η πρωτεύουσα των μαλδίβων στο κέντρο των νησιών

    συνώνυμο:
  • Αρσενικό

adjective

1. Being the sex (of plant or animal) that produces gametes (spermatozoa) that perform the fertilizing function in generation

  • "A male infant"
  • "A male holly tree"
    synonym:
  • male

1. Όντας το φύλο ( του φυτού ή του ζώου) που παράγει γαμέτες (σπερματοζωάρια που εκτελούν τη λειτουργία λίπανσης στη γενιά

  • "Ένα αρσενικό βρέφος"
  • "Ένα αρσενικό ιερό δέντρο"
    συνώνυμο:
  • αρσενικό

2. Characteristic of a man

  • "A deep male voice"
  • "Manly sports"
    synonym:
  • male
  • ,
  • manful
  • ,
  • manlike
  • ,
  • manly
  • ,
  • virile

2. Χαρακτηριστικό ενός άνδρα

  • "Βαθιά αρσενική φωνή"
  • "Ανδρικά αθλήματα"
    συνώνυμο:
  • αρσενικό
  • ,
  • επιδέξιος
  • ,
  • ανδροειδήσ
  • ,
  • ανδροπρεπήσ
  • ,
  • αρρενωπόσ

3. For or pertaining to or composed of men or boys

  • "The male lead"
  • "The male population"
    synonym:
  • male

3. Για ή που αφορούν ή αποτελούνται από άνδρες ή αγόρια

  • "Το αρσενικό προβάδισμα"
  • "Ο αρσενικός πληθυσμός"
    συνώνυμο:
  • αρσενικό

Examples of using

There are more male members than female ones on this website.
Υπάρχουν περισσότερα αρσενικά μέλη από τις γυναίκες σε αυτή την ιστοσελίδα.
Is that bird male or female?
Είναι αυτό το πουλί αρσενικό ή θηλυκό?
A stallion is a male horse.
Ένας παλμός είναι ένα αρσενικό άλογο.