Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "making" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "δημιουργία" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Making

[Κατασκευή]
/mekɪŋ/

noun

1. The act that results in something coming to be

  • "The devising of plans"
  • "The fashioning of pots and pans"
  • "The making of measurements"
  • "It was already in the making"
    synonym:
  • devising
  • ,
  • fashioning
  • ,
  • making

1. Η πράξη που οδηγεί σε κάτι που έρχεται να είναι

  • "Η επινόηση των σχεδίων"
  • "Η διαμόρφωση γλάστρων και τηγανιών"
  • "Η πραγματοποίηση των μετρήσεων"
  • "Ήταν ήδη στην παραγωγή"
    συνώνυμο:
  • επινοώντασ
  • ,
  • διαμόρφωση
  • ,
  • κατασκευή

2. An attribute that must be met or complied with and that fits a person for something

  • "Her qualifications for the job are excellent"
  • "One of the qualifications for admission is an academic degree"
  • "She has the makings of fine musician"
    synonym:
  • qualification
  • ,
  • making

2. Ένα χαρακτηριστικό που πρέπει να ικανοποιηθεί ή να συμμορφωθεί και που ταιριάζει σε ένα άτομο για κάτι

  • "Τα προσόντα της για τη δουλειά είναι εξαιρετικά"
  • "Ένα από τα προσόντα για την εισαγωγή είναι ένα ακαδημαϊκό πτυχίο"
  • "Έχει τα πράγματα του καλού μουσικού"
    συνώνυμο:
  • προσόν
  • ,
  • κατασκευή

3. (usually plural) the components needed for making or doing something

  • "The recipe listed all the makings for a chocolate cake"
    synonym:
  • making

3. (συνήθως πλουραν) τα συστατικά που απαιτούνται για την παραγωγή ή την πραγματοποίηση κάτι

  • "Η συνταγή περιλάμβανε όλα τα φτιαγμένα για ένα κέικ σοκολάτας"
    συνώνυμο:
  • κατασκευή

Examples of using

It's always good to work on a team all the members of which feel that they're making a great contribution to the success of some business.
Είναι πάντα καλό να δουλεύεις σε μια ομάδα όλα τα μέλη της οποίας αισθάνονται ότι συμβάλλουν σημαντικά στην επιτυχία κάποιας επιχείρησης.
I'm making waffles.
Φτιάχνω βάφλες.
Is this an early attempt at cake making?
Είναι αυτή μια πρώιμη προσπάθεια να φτιάξετε κέικ?