Translation meaning & definition of the word "mailbox" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κουτί" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Mailbox
[Ταχυδρομική θυρίδα]/melbɑks/
noun
1. A private box for delivery of mail
- synonym:
- mailbox ,
- letter box
1. Ένα ιδιωτικό κουτί για την παράδοση του ταχυδρομείου
- συνώνυμο:
- γραμματοκιβώτιο ,
- κουτί επιστολής
2. Public box for deposit of mail
- synonym:
- postbox ,
- mailbox ,
- letter box
2. Δημόσιο κουτί για κατάθεση αλληλογραφίας
- συνώνυμο:
- ταχυδρομικό κουτί ,
- γραμματοκιβώτιο ,
- κουτί επιστολής
Examples of using
I looked around for a mailbox.
Κοίταξα γύρω μου για ένα γραμματοκιβώτιο.
Please don't forget to put the letter into the mailbox.
Παρακαλώ μην ξεχάσετε να βάλετε το γράμμα στο γραμματοκιβώτιο.
My father painted the mailbox red.
Ο πατέρας μου ζωγράφισε το γραμματοκιβώτιο κόκκινο.