Translation meaning & definition of the word "maffia" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μαφία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Maffia
[Μάφια]/mæfiə/
noun
1. A crime syndicate in the united states
- Organized in families
- Believed to have important relations to the sicilian mafia
- synonym:
- Mafia ,
- Maffia ,
- Cosa Nostra
1. Συνδικάτο εγκλήματος στις ηνωμένες πολιτείες
- Οργανωμένη σε οικογένειες
- Πιστεύεται ότι έχει σημαντικές σχέσεις με την σικελική μαφία
- συνώνυμο:
- Μαφία ,
- Μάφια ,
- Κόζα Νόστρα
2. A secret terrorist group in sicily
- Originally opposed tyranny but evolved into a criminal organization in the middle of the 19th century
- synonym:
- Mafia ,
- Maffia ,
- Sicilian Mafia
2. Μια μυστική τρομοκρατική ομάδα στη σικελία
- Αρχικά αντιτάχθηκε στην τυραννία, αλλά εξελίχθηκε σε μια εγκληματική οργάνωση στα μέσα του 19ου αιώνα
- συνώνυμο:
- Μαφία ,
- Μάφια ,
- Σικελική Μαφία
3. Any tightly knit group of trusted associates
- synonym:
- mafia ,
- maffia
3. Οποιαδήποτε στενά πλεκτή ομάδα αξιόπιστων συνεργατών
- συνώνυμο:
- μαφία ,
- μάφια