Translation meaning & definition of the word "lively" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ζωντανά" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Lively
[Ζωηρόσ]/laɪvli/
adjective
1. Full of life and energy
- "A lively discussion"
- "Lively and attractive parents"
- "A lively party"
- synonym:
- lively
1. Γεμάτη ζωή και ενέργεια
- "Μια ζωντανή συζήτηση"
- "Ζωντανοί και ελκυστικοί γονείς"
- "Ένα ζωντανό πάρτι"
- συνώνυμο:
- ζωηρός
2. Full of zest or vigor
- "A racy literary style"
- synonym:
- lively ,
- racy
2. Γεμάτο ξύσμα ή σθένος
- "Ένα λογοτεχνικό στυλ"
- συνώνυμο:
- ζωηρός ,
- τραγανόσ
3. Quick and energetic
- "A brisk walk in the park"
- "A lively gait"
- "A merry chase"
- "Traveling at a rattling rate"
- "A snappy pace"
- "A spanking breeze"
- synonym:
- alert ,
- brisk ,
- lively ,
- merry ,
- rattling ,
- snappy ,
- spanking ,
- zippy
3. Γρήγορη και ενεργητική
- "Ένα γρήγορο περπάτημα στο πάρκο"
- "Ένα ζωντανό βάδισμα"
- "Ένα χαρούμενο κυνηγητό"
- "Ταξιδεύοντας με ρυθμό κουδουνίσματος"
- "Ένας απειλητικός ρυθμός"
- "Ένα χτυπητό αεράκι"
- συνώνυμο:
- ειδοποίηση ,
- βρυχικόσ ,
- ζωηρός ,
- χαρούμενος ,
- κουδουνίζω ,
- αναπηδήσ ,
- πατώ ,
- τσιγγούνησ
4. Elastic
- Rebounds readily
- "Clean bouncy hair"
- "A lively tennis ball"
- "As resilient as seasoned hickory"
- "Springy turf"
- synonym:
- bouncy ,
- live ,
- lively ,
- resilient ,
- springy
4. Ελαστικός
- Επανακάμπτει εύκολα
- "Καθαρά αναπηρικά μαλλιά"
- "Μια ζωντανή μπάλα του τένις"
- "Τόσο ανθεκτικό όσο το καρυκευμένο είδος"
- "Ελαστικός χλοοτάπητας"
- συνώνυμο:
- αναπηδήσ ,
- ζωντανόσ ,
- ζωηρός ,
- ανθεκτικός ,
- ελαστικόσ
5. Filled with events or activity
- "A lively period in history"
- synonym:
- lively
5. Γεμάτο με γεγονότα ή δραστηριότητες
- "Μια ζωντανή περίοδος στην ιστορία"
- συνώνυμο:
- ζωηρός
6. Full of spirit
- "A dynamic full of life woman"
- "A vital and charismatic leader"
- "This whole lively world"
- synonym:
- full of life ,
- lively ,
- vital
6. Γεμάτος πνεύμα
- "Μια δυναμική γεμάτη ζωή γυναίκα"
- "Ένας ζωτικός και χαρισματικός ηγέτης"
- "Όλος αυτός ο ζωντανός κόσμος"
- συνώνυμο:
- γεμάτος ζωή ,
- ζωηρός ,
- ζωτικός
Examples of using
People need to be more lively when presenting their work.
Οι άνθρωποι πρέπει να είναι πιο ζωντανοί όταν παρουσιάζουν τη δουλειά τους.
She has a lively interest in everything around us.
Έχει έντονο ενδιαφέρον για όλα γύρω μας.
Nancy has a very lively and sweet temperament.
Η Νάνσυ έχει μια πολύ ζωντανή και γλυκιά ιδιοσυγκρασία.