Translation meaning & definition of the word "liveliness" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ζωντάνια" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Liveliness
[Ζωντάνια]/laɪvlinəs/
noun
1. General activity and motion
- synonym:
- liveliness ,
- animation
1. Γενική δραστηριότητα και κίνηση
- συνώνυμο:
- ζωντάνια ,
- κινούμενα σχέδια
2. Animation and energy in action or expression
- "It was a heavy play and the actors tried in vain to give life to it"
- synonym:
- liveliness ,
- life ,
- spirit ,
- sprightliness
2. Κινούμενα σχέδια και ενέργεια σε δράση ή έκφραση
- "Ήταν ένα βαρύ παιχνίδι και οι ηθοποιοί προσπάθησαν μάταια να δώσουν ζωή σε αυτό"
- συνώνυμο:
- ζωντάνια ,
- ζωή ,
- πνεύμα ,
- ευφράδεια