Translation meaning & definition of the word "likely" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πιθανό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Likely
[Πιθανό]/laɪkli/
adjective
1. Has a good chance of being the case or of coming about
- "These services are likely to be available to us all before long"
- "She is likely to forget"
- "A likely place for a restaurant"
- "The broken limb is likely to fall"
- "Rain is likely"
- "A likely topic for investigation"
- "Likely candidates for the job"
- synonym:
- likely
1. Έχει μια καλή πιθανότητα να συμβεί ή να συμβεί
- "Αυτές οι υπηρεσίες είναι πιθανό να είναι διαθέσιμες σε όλους μας πριν από πολύ καιρό"
- "Είναι πιθανό να ξεχάσει"
- "Πιθανό μέρος για ένα εστιατόριο"
- "Το σπασμένο άκρο είναι πιθανό να πέσει"
- "Το σινεμά είναι πιθανό"
- "Πιθανό θέμα για έρευνα"
- "Πιθανόν υποψήφιοι για τη δουλειά"
- συνώνυμο:
- πιθανόν
2. Likely but not certain to be or become true or real
- "A likely result"
- "He foresaw a probable loss"
- synonym:
- probable ,
- likely
2. Πιθανό αλλά όχι σίγουρο ότι θα είναι ή θα γίνει αληθινό ή πραγματικό
- "Πιθανό αποτέλεσμα"
- "Προέβλεψε μια πιθανή απώλεια"
- συνώνυμο:
- πιθανός ,
- πιθανόν
3. Expected to become or be
- In prospect
- "Potential clients"
- synonym:
- likely ,
- potential
3. Αναμένεται να γίνει ή να είναι
- Προοπτικά
- "Πιθανοί πελάτες"
- συνώνυμο:
- πιθανόν ,
- δυναμικό
4. Within the realm of credibility
- "Not a very likely excuse"
- synonym:
- likely
4. Μέσα στο πεδίο της αξιοπιστίας
- "Δεν είναι πολύ πιθανή δικαιολογία"
- συνώνυμο:
- πιθανόν
adverb
1. With considerable certainty
- Without much doubt
- "He is probably out of the country"
- "In all likelihood we are headed for war"
- synonym:
- probably ,
- likely ,
- in all likelihood ,
- in all probability ,
- belike
1. Με μεγάλη βεβαιότητα
- Χωρίς καμιά αμφιβολία
- "Είναι πιθανόν εκτός της χώρας"
- "Κατά πάσα πιθανότητα οδεύουμε προς τον πόλεμο"
- συνώνυμο:
- πιθανότατα ,
- πιθανόν ,
- κατά πάσα πιθανότητα ,
- μπελίκ
Examples of using
Who's more likely to remember the circumstances of when this photo was taken?
Ποιος είναι πιο πιθανό να θυμάται τις περιστάσεις του όταν τραβήχτηκε αυτή η φωτογραφία?
The soul of such a man is likely as tender as silk.
Η ψυχή ενός τέτοιου ανθρώπου είναι πιθανόν τόσο τρυφερή όσο το μετάξι.
Tom is likely to pass today's exam.
Ο Τομ είναι πιθανό να περάσει τις σημερινές εξετάσεις.