Η ποιότητα της δουλειάς του Τομ έχει βελτιωθεί τον τελευταίο καιρό.
"We haven't seen each other in a long time, Tom! Have you put on a little weight?" "Yes, lately I haven't been able to get myself to move around at all."
"Δεν έχουμε δει ο ένας τον άλλον εδώ και πολύ καιρό, Τομ! Έχεις βάλει λίγο βάρος;" "Ναι, τον τελευταίο καιρό δεν μπόρεσα να κάνω τον εαυτό μου να κυκλοφορήσει καθόλου."
What's your native language? Mari? I lately discovered this language after reading the article about the Finno-Ugric languages on Wikipedia. These languages have a very interesting history.
Ποια είναι η μητρική σου γλώσσα; Μαρί; Πρόσφατα ανακάλυψα αυτή τη γλώσσα αφού διάβασα το άρθρο για τις Φιννο-Ουγγρικές γλώσσες στη Βικιπαίδεια. Αυτές οι γλώσσες έχουν μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία.
Tom has been performing before large audiences lately.
Ο Τομ παίζει ενώπιον μεγάλου κοινού τον τελευταίο καιρό.
Tom has been neglecting his work lately.
Ο Τομ παραμελεί τη δουλειά του τελευταία.
I haven't been following the news lately.
Δεν παρακολουθώ τις ειδήσεις τελευταία.
He has aged a great deal lately.
Έχει γεράσει πολύ τελευταία.
Shishir has been correcting a lot of sentences lately.
Ο Σισίρ διορθώνει πολλές προτάσεις τελευταία.
My brother has been much too rowdy lately.
Ο αδερφός μου είναι πολύ θορυβώδης τελευταία.
I have not had a cold lately.
Δεν έχω κρυώσει τελευταία.
I haven't seen him lately.
Δεν τον έχω δει τελευταία.
I've been very busy lately.
είμαι πολύ απασχολημένος τελευταία.
I haven't seen anything of Mr Kimura lately.
Δεν έχω δει τίποτα από τον Κιμούρα τελευταία.
I have not seen him lately.
Δεν τον έχω δει τελευταία.
He died lately.
Πέθανε τελευταία.
It scares me that we have frequently had earthquakes lately.
Με τρομάζει που είχαμε συχνά σεισμούς τον τελευταίο καιρό.