Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "lately" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τελευταία" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Lately

[Πρόσφατα]
/letli/

adverb

1. In the recent past

  • "He was in paris recently"
  • "Lately the rules have been enforced"
  • "As late as yesterday she was fine"
  • "Feeling better of late"
  • "The spelling was first affected, but latterly the meaning also"
    synonym:
  • recently
  • ,
  • late
  • ,
  • lately
  • ,
  • of late
  • ,
  • latterly

1. Στο πρόσφατο παρελθόν

  • "Ήταν πρόσφατα στο παρίσι"
  • "Τον τελευταίο καιρό εφαρμόστηκαν οι κανόνες"
  • "Αργά από χθες ήταν μια χαρά"
  • "Νιώθεις καλύτερα αργά"
  • "Η ορθογραφία επηρεάστηκε για πρώτη φορά, αλλά τελευταία το νόημα επίσης"
    συνώνυμο:
  • πρόσφατα
  • ,
  • αργά
  • ,
  • τελευταία

Examples of using

The quality of Tom's work has improved lately.
Η ποιότητα της δουλειάς του Τομ έχει βελτιωθεί τελευταία.
"We haven't seen each other in a long time, Tom! Have you put on a little weight?" "Yes, lately I haven't been able to get myself to move around at all."
"Δεν έχουμε δει ο ένας τον άλλον εδώ και πολύ καιρό, Τομ! Έχετε βάλει λίγο βάρος?" "Ναι, τελευταία δεν μπόρεσα να κάνω τον εαυτό μου να κινηθεί καθόλου."
What's your native language? Mari? I lately discovered this language after reading the article about the Finno-Ugric languages on Wikipedia. These languages have a very interesting history.
Ποια είναι η μητρική σας γλώσσα? Μαρία? Πρόσφατα ανακάλυψα αυτή τη γλώσσα αφού διάβασα το άρθρο σχετικά με τις Φιννο-Ουγγρικές γλώσσες στη Βικιπαίδεια. Αυτές οι γλώσσες έχουν μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία.