Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "kind" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "είδος" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Kind

[Ευγενικός]
/kaɪnd/

noun

1. A category of things distinguished by some common characteristic or quality

  • "Sculpture is a form of art"
  • "What kinds of desserts are there?"
    synonym:
  • kind
  • ,
  • sort
  • ,
  • form
  • ,
  • variety

1. Μια κατηγορία πραγμάτων που διακρίνονται από κάποιο κοινό χαρακτηριστικό ή ποιότητα

  • "Η γλυπτική είναι μια μορφή τέχνης"
  • "Τι είδους επιδόρπια υπάρχουν?"
    συνώνυμο:
  • καλόσ
  • ,
  • ταξινομώ
  • ,
  • φόρμα
  • ,
  • ποικιλία

adjective

1. Having or showing a tender and considerate and helpful nature

  • Used especially of persons and their behavior
  • "Kind to sick patients"
  • "A kind master"
  • "Kind words showing understanding and sympathy"
  • "Thanked her for her kind letter"
    synonym:
  • kind

1. Έχοντας ή δείχνοντας έναν τρυφερό και διακριτικό και χρήσιμο χαρακτήρα

  • Χρησιμοποιείται ειδικά για τα άτομα και τη συμπεριφορά τους
  • "Καλοί ασθενείς"
  • "Ένας καλός δάσκαλος"
  • "Καλές λέξεις που δείχνουν κατανόηση και συμπάθεια"
  • "Την ευχαριστούσα για το ευγενικό της γράμμα"
    συνώνυμο:
  • καλόσ

2. Agreeable, conducive to comfort

  • "A dry climate kind to asthmatics"
  • "The genial sunshine"
  • "Hot summer pavements are anything but kind to the feet"
    synonym:
  • kind
  • ,
  • genial

2. Ευχάριστο, ευνοϊκό για την άνεση

  • "Ένα είδος ξηρού κλίματος στους ασθματικούς"
  • "Η ηλιοφάνεια των γονιδίων"
  • "Τα ζεστά καλοκαιρινά πεζοδρόμια είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από ευγενικά στα πόδια"
    συνώνυμο:
  • καλόσ
  • ,
  • γενικό

3. Tolerant and forgiving under provocation

  • "Our neighbor was very kind about the window our son broke"
    synonym:
  • kind
  • ,
  • tolerant

3. Ανεκτικός και συγχωρητικός υπό πρόκληση

  • "Ο γείτονάς μας ήταν πολύ ευγενικός με το παράθυρο που έσπασε ο γιος μας"
    συνώνυμο:
  • καλόσ
  • ,
  • ανεκτικός

Examples of using

This kind of work is very dangerous.
Αυτό το είδος εργασίας είναι πολύ επικίνδυνο.
I doubt that Tom would ever do that kind of thing.
Αμφιβάλλω ότι ο Τομ θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο.
Do you like the same kind of music as your parents do?
Σας αρέσει η ίδια μουσική με τους γονείς σας?