Translation meaning & definition of the word "killifish" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κιλλοφωνία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Killifish
[Κιλλιφάτο]/kɪlɪfɪʃ/
noun
1. Small mostly marine warm-water carp-like schooling fishes
- Used as bait or aquarium fishes or in mosquito control
- synonym:
- killifish
1. Μικρά κυρίως θαλάσσια ψάρια που μοιάζουν με κυπρίνους ζεστού νερού
- Χρησιμοποιείται ως δόλωμα ή ψάρια ενυδρείων ή σε έλεγχο κουνουπιών
- συνώνυμο:
- εκτελεστικόσ
Examples of using
What should you feed killifish that have just hatched from their eggs?
Τι πρέπει να ταΐζετε τα σκοτεινά που έχουν μόλις εκκολαφθεί από τα αυγά τους?