Translation meaning & definition of the word "kernel" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κορνέλ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Kernel
[Κερνέλ]/kərnəl/
noun
1. The inner and usually edible part of a seed or grain or nut or fruit stone
- "Black walnut kernels are difficult to get out of the shell"
- synonym:
- kernel ,
- meat
1. Το εσωτερικό και συνήθως βρώσιμο μέρος ενός σπόρου ή ενός κόκκου ή ενός καρπού ή μιας πέτρας φρούτων
- "Οι πυρήνες μαύρων καρυδιών είναι δύσκολο να βγουν από το κέλυφος"
- συνώνυμο:
- πυρήνας ,
- κρέας
2. A single whole grain of a cereal
- "A kernel of corn"
- synonym:
- kernel
2. Ένας ολόκληρος κόκκος δημητριακών
- "Ένας πυρήνας του καλαμποκιού"
- συνώνυμο:
- πυρήνας
3. The choicest or most essential or most vital part of some idea or experience
- "The gist of the prosecutor's argument"
- "The heart and soul of the republican party"
- "The nub of the story"
- synonym:
- kernel ,
- substance ,
- core ,
- center ,
- centre ,
- essence ,
- gist ,
- heart ,
- heart and soul ,
- inwardness ,
- marrow ,
- meat ,
- nub ,
- pith ,
- sum ,
- nitty-gritty
3. Το πιο επιλεκτικό ή το πιο ουσιαστικό ή πιο ζωτικό μέρος κάποιας ιδέας ή εμπειρίας
- "Η ουσία του επιχειρήματος του εισαγγελέα"
- "Η καρδιά και η ψυχή του ρεπουμπλικανικού κόμματος"
- "Η καρδιά της ιστορίας"
- συνώνυμο:
- πυρήνας ,
- ουσία ,
- κέντρο ,
- αναβολή ,
- καρδιά ,
- καρδιά και ψυχή ,
- εσωτερικότητα ,
- μυελός ,
- κρέας ,
- νουμπ ,
- πιθ ,
- ποσό ,
- νιττ-κριτό
Examples of using
There could be a kernel of truth behind this legend.
Θα μπορούσε να υπάρχει ένας πυρήνας της αλήθειας πίσω από αυτό το μύθο.
The Linux kernel is monolithic.
Ο πυρήνας του είναι μονολιθικός.
I got a great kernel panic a day or two ago.
Είχα ένα μεγάλο πανικό πυρήνα πριν από μια ή δύο ημέρες.