Translation meaning & definition of the word "irritating" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ερεθισμός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Irritating
[Ερεθιστικόσ]/ɪrətetɪŋ/
adjective
1. Causing irritation or annoyance
- "Tapping an annoying rhythm on his glass with his fork"
- "Aircraft noise is particularly bothersome near the airport"
- "Found it galling to have to ask permission"
- "An irritating delay"
- "Nettlesome paperwork"
- "A pesky mosquito"
- "Swarms of pestering gnats"
- "A plaguey newfangled safety catch"
- "A teasing and persistent thought annoyed him"
- "A vexatious child"
- "It is vexing to have to admit you are wrong"
- synonym:
- annoying ,
- bothersome ,
- galling ,
- irritating ,
- nettlesome ,
- pesky ,
- pestering ,
- pestiferous ,
- plaguy ,
- plaguey ,
- teasing ,
- vexatious ,
- vexing
1. Προκαλώντας ερεθισμό ή ενόχληση
- "Πατώντας έναν ενοχλητικό ρυθμό στο ποτήρι του με το πιρούνι του"
- "Ο θόρυβος του αεροσκάφους είναι ιδιαίτερα ενοχλητικός κοντά στο αεροδρόμιο"
- "Το βρήκα χοληρό για να πρέπει να ζητήσω άδεια"
- "Ερεθιστική καθυστέρηση"
- "Δικτυωμένα χαρτιά"
- "Ένα ενοχλητικό κουνούπι"
- "Μπράτσα ελεύθερων σκατών"
- "Μια πανούκλα αλιεύματα ασφαλείας"
- "Μια πεινασμένη και επίμονη σκέψη τον ενόχλησε"
- "Ένα πολύπλοκο παιδί"
- "Είναι απαραίτητο να παραδεχτείς ότι κάνεις λάθος"
- συνώνυμο:
- ενοχλητικό ,
- ενοχλητικός ,
- αγχόνη ,
- ερεθιστικόσ ,
- τραγανόσ ,
- πέσκι ,
- ενοχλώ ,
- επιβλαβήσ ,
- πλαγία ,
- πανούκλα ,
- πειράγματα ,
- αποτρόπαιος ,
- παραπονιέμαι
2. (used of physical stimuli) serving to stimulate or excite
- "An irritative agent"
- synonym:
- irritating ,
- irritative
2. (χρησιμοποιείται από φυσικά ερεθίσματα) χρησιμεύει για να διεγείρει ή να διεγείρει
- "Ερεθιστικός παράγοντας"
- συνώνυμο:
- ερεθιστικόσ
3. Causing physical discomfort
- "Bites of black flies are more than irritating
- They can be very painful"
- synonym:
- irritating ,
- painful
3. Προκαλώντας σωματική δυσφορία
- "Τα δάγκωτα των μαύρων μύγες είναι κάτι περισσότερο από ερεθιστικά
- Μπορεί να είναι πολύ οδυνηρό"
- συνώνυμο:
- ερεθιστικόσ ,
- οδυνηρός
Examples of using
I have to -- oh God oh great -- remember such a string of numbers, great famous Archimedes, help the suffering, give him the power, let him recite by heart those famous, and yet for us irritating, ah, numbers of Ludolph!
Πρέπει - ω Θεέ μου μεγάλε - να θυμάμαι μια τέτοια σειρά αριθμών, μεγάλους διάσημους Αρχιμήδη, να βοηθάω τα βάσανα, να του απαγγέλλω τη δύναμη, και όμως για μας ενοχλητικοί, αχ, αριθμοί του Λούντολφ!