Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "invite" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πρόσκληση" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Invite

[Προσκαλώ]
/ɪnvaɪt/

noun

1. A colloquial expression for invitation

  • "He didn't get no invite to the party"
    synonym:
  • invite

1. Μια συνεχής έκφραση για πρόσκληση

  • "Δεν έλαβε καμία πρόσκληση στο πάρτι"
    συνώνυμο:
  • προσκαλώ

verb

1. Increase the likelihood of

  • "Ask for trouble"
  • "Invite criticism"
    synonym:
  • invite
  • ,
  • ask for

1. Αυξάνει την πιθανότητα

  • "Κάντε την εργασία για προβλήματα"
  • "Απαίσια κριτική"
    συνώνυμο:
  • προσκαλώ
  • ,
  • ζητώ

2. Invite someone to one's house

  • "Can i invite you for dinner on sunday night?"
    synonym:
  • invite
  • ,
  • ask over
  • ,
  • ask round

2. Προσκαλέστε κάποιον στο σπίτι κάποιου

  • "Μπορώ να σας προσκαλέσω για δείπνο την κυριακή το βράδυ?"
    συνώνυμο:
  • προσκαλώ
  • ,
  • ρωτώ

3. Give rise to a desire by being attractive or inviting

  • "The window displays tempted the shoppers"
    synonym:
  • tempt
  • ,
  • invite

3. Δημιουργήστε μια επιθυμία με το να είστε ελκυστικοί ή φιλόξενοι

  • "Το παράθυρο εμφανίζεται στον πειρασμό οι αγοραστές"
    συνώνυμο:
  • δελεάζω
  • ,
  • προσκαλώ

4. Ask someone in a friendly way to do something

    synonym:
  • invite
  • ,
  • bid

4. Ζητήστε από κάποιον με φιλικό τρόπο να κάνει κάτι

    συνώνυμο:
  • προσκαλώ
  • ,
  • προσφορά

5. Have as a guest

  • "I invited them to a restaurant"
    synonym:
  • invite
  • ,
  • pay for

5. Έχετε ως επισκέπτης

  • "Τους κάλεσα σε ένα εστιατόριο"
    συνώνυμο:
  • προσκαλώ
  • ,
  • πληρώνω

6. Ask to enter

  • "We invited the neighbors in for a cup of coffee"
    synonym:
  • invite
  • ,
  • ask in

6. Ζητήστε να μπείτε

  • "Καλέσαμε τους γείτονες για ένα φλιτζάνι καφέ"
    συνώνυμο:
  • προσκαλώ
  • ,
  • ρωτώ

7. Request the participation or presence of

  • "The organizers invite submissions of papers for the conference"
    synonym:
  • invite
  • ,
  • call for

7. Ζητήστε τη συμμετοχή ή την παρουσία

  • "Οι διοργανωτές προσκαλούν υποβολές εργασιών για το συνέδριο"
    συνώνυμο:
  • προσκαλώ
  • ,
  • καλώ

8. Express willingness to have in one's home or environs

  • "The community warmly received the refugees"
    synonym:
  • receive
  • ,
  • take in
  • ,
  • invite

8. Εκφράστε την προθυμία να έχετε στο σπίτι ή τα περίχωρά σας

  • "Η κοινότητα δέχτηκε θερμά τους πρόσφυγες"
    συνώνυμο:
  • λαμβάνω
  • ,
  • παίρνω
  • ,
  • προσκαλώ

Examples of using

"Link, I need you." "Finally! I'll take off my clothes!" "Not in that sense, silly. Today is father's birthday!" "The King has a birthday?!" "Yes. You'll be in charge of the decorations and I'll invite the guests!"
"Σύνδεσε, σε χρειάζομαι." "Τελικά! Θα βγάλω τα ρούχα μου!" "Όχι με αυτή την έννοια, ανόητε. Σήμερα είναι τα γενέθλια του πατέρα!" "Ο βασιλιάς έχει γενέθλια?!" "Ναι. Θα είστε υπεύθυνοι για τις διακοσμήσεις και θα προσκαλέσω τους επισκέπτες!"
I want to invite you to dinner.
Θέλω να σε καλέσω σε δείπνο.
I made a list of people I wanted to invite to my party.
Έκανα μια λίστα με ανθρώπους που ήθελα να προσκαλέσω στο πάρτι μου.