Translation meaning & definition of the word "intercom" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ενδοεπικοινωνία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Intercom
[Ενδοεπικοινωνία]/ɪntərkɑm/
noun
1. A communication system linking different rooms within a building or ship etc
- synonym:
- intercommunication system ,
- intercom
1. Ένα σύστημα επικοινωνίας που συνδέει διαφορετικά δωμάτια μέσα σε ένα κτίριο ή πλοίο κ.λπ
- συνώνυμο:
- σύστημα επικοινωνίας ,
- ενδοεπικοινωνία