Translation meaning & definition of the word "informer" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πληροφοριοδότης" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Informer
[Πληροφοριοδότησ]/ɪnfɔrmər/
noun
1. One who reveals confidential information in return for money
- synonym:
- informer ,
- betrayer ,
- rat ,
- squealer ,
- blabber
1. Εκείνος που αποκαλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες σε αντάλλαγμα για τα χρήματα
- συνώνυμο:
- πληροφοριοδότησ ,
- προδότησ ,
- αρουραίος ,
- πένθος ,
- αμαυρώνω