Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "imaginary" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φανταστική" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Imaginary

[Φανταστικός]
/ɪmæʤənɛri/

noun

1. (mathematics) a number of the form a+bi where a and b are real numbers and i is the square root of -1

    synonym:
  • complex number
  • ,
  • complex quantity
  • ,
  • imaginary number
  • ,
  • imaginary

1. (μαθηματικά) ένας αριθμός της μορφής α+βί όπου α και β είναι πραγματικοί αριθμοί και εγώ είναι η τετραγωνική ρίζα του -1

    συνώνυμο:
  • πολύπλοκος αριθμός
  • ,
  • πολύπλοκη ποσότητα
  • ,
  • φανταστικός αριθμός
  • ,
  • φανταστικός

adjective

1. Not based on fact

  • Unreal
  • "The falsehood about some fanciful secret treaties"- f.d.roosevelt
  • "A small child's imaginary friends"
  • "To create a notional world for oneself"
    synonym:
  • fanciful
  • ,
  • imaginary
  • ,
  • notional

1. Δεν βασίζεται στο γεγονός

  • Απραγματικόσ
  • "Το ψέμα για κάποιες φανταστικές μυστικές συνθήκες"- φ.δ. ρούσβελτ
  • "Οι φανταστικοί φίλοι ενός μικρού παιδιού"
  • "Για να δημιουργήσετε έναν παραδοσιακό κόσμο για τον εαυτό σας"
    συνώνυμο:
  • φανταστικός
  • ,
  • εποπτικόσ

Examples of using

The dragon is an imaginary creature.
Ο δράκος είναι ένα φανταστικό πλάσμα.
Dragons are imaginary animals.
Οι δράκοι είναι φανταστικά ζώα.
All her imaginary happiness vanished in a moment.
Όλη η φανταστική της ευτυχία εξαφανίστηκε σε μια στιγμή.