Translation meaning & definition of the word "hypothalamus" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "υποθάλαμος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Hypothalamus
[Υποθάλαμος]/haɪpoʊθɑləməs/
noun
1. A basal part of the diencephalon governing autonomic nervous system
- synonym:
- hypothalamus
1. Ένα βασικό μέρος του διεγκεφαλού που κυβερνά το αυτόνομο νευρικό σύστημα
- συνώνυμο:
- υποθάλαμος