Translation meaning & definition of the word "hooligan" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "χούλιγκαν" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Hooligan
[Χούλιγκαν]/hulɪgən/
noun
1. A cruel and brutal fellow
- synonym:
- bully ,
- tough ,
- hooligan ,
- ruffian ,
- roughneck ,
- rowdy ,
- yob ,
- yobo ,
- yobbo
1. Ένας σκληρός και βάναυσος συνάδελφος
- συνώνυμο:
- φοβερίζω ,
- σκληρός ,
- χούλιγκαν ,
- ρουφία ,
- τραχύ ,
- ανατριχιαστικός ,
- ναι ,
- γιόμπο
Examples of using
You sure are a hooligan!
Είσαι ένα χούλιγκαν!
You sure are a hooligan!
Είσαι ένα χούλιγκαν!