Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "hock" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κοκ" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Hock

[Χουκ]
/hɑk/

noun

1. Any of several white wines from the rhine river valley in germany (`hock' is british usage)

    synonym:
  • Rhine wine
  • ,
  • Rhenish
  • ,
  • hock

1. Οποιοδήποτε από τα πολλά λευκά κρασιά από την κοιλάδα του ποταμού ρήνου στη γερμανία (` είναι βρετανική χρήση)

    συνώνυμο:
  • Κρασί από Ρήνο
  • ,
  • Ρενίσ
  • ,
  • αποτυχία

2. Tarsal joint of the hind leg of hoofed mammals

  • Corresponds to the human ankle
    synonym:
  • hock
  • ,
  • hock-joint

2. Ταρσική άρθρωση του οπίσθιου σκέλους των οπλισμένων θηλαστικών

  • Αντιστοιχεί στον ανθρώπινο αστράγαλο
    συνώνυμο:
  • αποτυχία
  • ,
  • χοτζ-τζόιν

verb

1. Leave as a guarantee in return for money

  • "Pawn your grandfather's gold watch"
    synonym:
  • pawn
  • ,
  • soak
  • ,
  • hock

1. Αφήστε το ως εγγύηση σε αντάλλαγμα για τα χρήματα

  • "Φτιάξε το χρυσό ρολόι του παππού σου"
    συνώνυμο:
  • πιόνι
  • ,
  • μουσκεύω
  • ,
  • αποτυχία

2. Disable by cutting the hock

    synonym:
  • hock

2. Απενεργοποιήστε κόβοντας την πληγή

    συνώνυμο:
  • αποτυχία